Χριστουγεννιάτικες συγκεντρώσεις & έφηβοι: Όταν η απόσταση μεγαλώνει και η επικοινωνία χρειάζεται μια νέα αρχή

Πολλοί γονείς που επικοινωνούν μαζί μας περιγράφουν έναν έφηβο που απομακρύνεται, συζητήσεις που γίνονται πιο δύσκολες και μια αίσθηση ότι η επαφή χάνεται μέσα στην καθημερινή πίεση. Οι γιορτές συχνά κάνουν αυτές τις δυσκολίες πιο ορατές.
Οι γιορτές υπόσχονται χαρά, συντροφικότητα και χρόνο μαζί, όμως για πολλές οικογένειες αποτελούν μια υπενθύμιση ότι η σχέση με τον έφηβο στο σπίτι δεν είναι ουδέτερη· έχει φθορά, κούραση, μικρές καθημερινές απογοητεύσεις που συσσωρεύονται. Στο τέλος της χρονιάς, όταν όλοι κουβαλούν την κόπωση δεκάδων εβδομάδων, μια πρόσκληση σε ένα οικογενειακό τραπέζι μπορεί να γίνει αφορμή έντασης. Δεν είναι παράξενο να ακούσει ένας γονιός: «Δεν θέλω να έρθω», «Άσε με ήσυχο», «Θα βγω με τους φίλους μου». Και συχνά πίσω από αυτές τις λέξεις δεν κρύβεται αδιαφορία, αλλά υπερένταση, ανάγκη για ανεξαρτησία, και κυρίως η διαχρονική πρόκληση της εφηβείας: η επιθυμία να ανήκω κάπου, αλλά να μη ζητήσω βοήθεια γι’ αυτό.
Πολλοί γονείς, όταν ακούν τον έφηβο να αρνείται να συμμετέχει σε γιορτές, νιώθουν ότι χάνουν το παιδί τους, πως η σχέση ξεγλιστρά. Αυτό δημιουργεί συναισθηματική φόρτιση και συχνά οι λέξεις βγαίνουν πιο αιχμηρές απ’ όσο θα ήθελαν. Γι’ αυτό χρειάζεται να ειπωθεί ξεκάθαρα: δεν υπάρχει «κακός» έφηβος, ούτε «ανήμπορος» γονιός. Υπάρχουν άνθρωποι κουρασμένοι που προσπαθούν να βρουν τρόπο να συναντηθούν ξανά.
Όταν ο έφηβος αρνείται να έρθει σε μια οικογενειακή συγκέντρωση, η πρώτη σκέψη ενός εξαντλημένου γονιού είναι πολλές φορές: «Δεν με σέβεται», «Δεν νοιάζεται», «Το κάνει επίτηδες». Αν όμως κοιτάξουμε λίγο βαθύτερα, θα δούμε ότι οι περισσότερες από αυτές τις αντιδράσεις είναι έκφραση συναισθημάτων που ο ίδιος δεν ξέρει ακόμη πώς να διαχειριστεί. Η εφηβεία συνοδεύεται από υπερένταση, αβεβαιότητα, εσωτερικές συγκρούσεις, μια έντονη επιθυμία να μην εκτεθώ. Όταν λοιπόν ο έφηβος πει «Δεν θέλω να έρθω», συχνά σημαίνει: «Φοβάμαι ότι θα με κρίνουν», «Δεν αντέχω άλλη κοινωνική πίεση», «Θέλω να κρατήσω τον μικρό μου χώρο».
Κάπου εδώ, ο ρόλος του γονιού είναι κρίσιμος, όχι ως ο άνθρωπος που πρέπει να επιβάλει κάτι, αλλά ως εκείνος που μπορεί να δείξει ότι η σχέση τους έχει ακόμη χώρο να αναπνεύσει. Μπορεί να πει κάτι απλό και ανθρώπινο: «Ξέρω ότι δεν σου είναι εύκολο. Δεν θέλω να σε πιέσω. Μπορείς να μου πεις τι σε δυσκολεύει;» ή «Θέλω πραγματικά να είμαστε λίγο μαζί αυτές τις μέρες. Αν υπάρχει κάτι που θα το έκανε πιο υποφερτό για σένα, πες μου». Δεν χρειάζεται πομπώδης λόγος. Η ηρεμία και η αποδοχή ανοίγουν δρόμους που οι αυστηρές απαιτήσεις κλείνουν.
Αν ο έφηβος επιλέξει να μείνει στο σπίτι ή να πάει με φίλους, αντί να γίνει αυτό αφορμή σύγκρουσης, μπορεί να γίνει ευκαιρία για μια μικρή, ουσιαστική κίνηση. Ένας γονιός μπορεί να πει: «Θα χαρώ αν περάσεις λίγο από το τραπέζι, έστω για δέκα λεπτά. Αν όχι, μπορούμε να κάνουμε κάτι οι δυο μας σε άλλη στιγμή». Δίνει την ευκαιρία της σύνδεσης χωρίς να την απαιτεί. Και αυτό έχει πολύ μεγαλύτερη δύναμη.
Η αλήθεια είναι πως όταν η σχέση έχει απομακρυνθεί μέσα στην καθημερινότητα, δεν είναι μια χριστουγεννιάτικη στιγμή που θα την αλλάξει. Αυτό που έχει νόημα είναι μικρές, σταθερές κινήσεις επιστροφής. Μπορεί να είναι ένα σύντομο περπάτημα στη γειτονιά, μια κοινή ταινία που ο έφηβος θα διαλέξει, μια ερώτηση της μορφής «Τι σε αγχώνει περισσότερο αυτές τις μέρες;» ή «Πώς νιώθεις με όλη αυτή την πίεση του σχολείου;». Οι έφηβοι, ακόμη κι όταν δείχνουν αδιάφοροι, θέλουν βαθιά να ακουστούν χωρίς να κριθούν.
Σημασία έχει επίσης να μην επικεντρώνεται ο γονιός στο να «κερδίσει» τη συμπεριφορά του παιδιού, αλλά στο να ξαναχτίσει τη σχέση. Τα γιορτινά τραπέζια είναι απλώς αφορμές. Το πραγματικό ζητούμενο είναι να δημιουργηθεί ένα νέο κανάλι επικοινωνίας. Ο γονιός μπορεί να κερδίσει κάτι πολύ σημαντικό: να γίνει ξανά ο ασφαλής άνθρωπος στον οποίο το παιδί μπορεί να στραφεί. Αυτό δεν επιτυγχάνεται με πίεση, αλλά με πράξεις που στέλνουν το μήνυμα «Σε βλέπω, σε ακούω, σε σκέφτομαι».
Κάθε οικογένεια χρειάζεται τον δικό της ρυθμό επαναπροσέγγισης. Κάποιες φορές βοηθά το να αφιερώνονται μικρά τελετουργικά: ένας καφές μαζί κάθε Κυριακή, μια βόλτα με το αυτοκίνητο χωρίς ιδιαίτερες συζητήσεις, ένα χόμπι που μπορούν να μοιραστούν. Άλλοτε έχει νόημα μια πιο άμεση κουβέντα, όχι παραπονιάρικη, αλλά αυθεντική: «Μου λείπεις. Ξέρω ότι έχεις αλλάξει και ότι χρειάζεσαι χώρο. Θέλω να βρούμε ξανά έναν τρόπο να είμαστε καλά μαζί, όχι όπως πριν· όπως ταιριάζει σε σένα τώρα».
Οι γιορτές δεν λύνουν μαγικά τις εντάσεις, όμως μπορούν να λειτουργήσουν σαν μια μικρή παύση. Μια ευκαιρία να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της έντασης και να αναγνωριστεί ότι και το παιδί και ο γονιός κουβαλούν δυσκολίες. Αν αυτό γίνει με αλήθεια και απλότητα, η σχέση έχει χώρο να ξαναβρεί τον δρόμο της. Δεν χρειάζεται να υπάρχει τέλεια εικόνα. Χρειάζεται να υπάρχει πρόθεση για σύνδεση, έστω και λίγο. Κι αυτή η μικρή προσπάθεια μπορεί να αλλάξει περισσότερα από όσα φαντάζεται κανείς.
Πολλές οικογένειες ανακαλύπτουν ότι ακόμη και μία συζήτηση με τον ψυχολόγο αρκεί για να ανακουφιστεί η ένταση και να αρχίσει να ξεμπλέκει το κουβάρι. Αν αισθάνεστε ότι ίσως ήρθε η στιγμή να κάνετε μια μικρή κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, είμαστε εδώ για να τη στηρίξουμε με τρόπο που να ταιριάζει πραγματικά στη δική σας οικογένεια.





