Δυσλεξία: Έγκαιρη Αναγνώριση και Υποστήριξη
Ο International Dyslexia Association (IDA) αναφέρει τη Δυσλεξία ως «μια ειδική μαθησιακή δυσκολία νευροβιολογικής αιτιολογίας, που χαρακτηρίζεται από δυσκολίες στην ακριβή και/ή ευχερή αναγνώριση λέξεων, την ορθογραφία και τη γραπτή έκφραση. Οι δυσκολίες αυτές δεν οφείλονται σε έλλειψη νοημοσύνης ή σε ανεπαρκείς εκπαιδευτικές ευκαιρίες.Η UNESCO και το DSM-5 επισημαίνουν το ίδιο: η διάγνωση της δυσλεξίας τίθεται υπό την προϋπόθεση φυσιολογικής ή ανώτερης νοημοσύνης. Έρευνες δείχνουν ότι πολλά άτομα με Δυσλεξία παρουσιάζουν υψηλή δημιουργικότητα, ισχυρές οπτικοχωρικές δεξιότητες και ικανότητα επίλυσης προβλημάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που η δυσκολία γίνεται πιο εμφανής: το παιδί μπορεί να κατανοεί, να σκέφτεται και να λύνει προβλήματα σε καλό επίπεδο, αλλά «σκοντάφτει» στις δεξιότητες ανάγνωσης-γραφής. Η έγκαιρη αναγνώριση και η σωστή παρέμβαση μπορούν να μειώσουν σημαντικά τις δυσκολίες και να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση των παιδιών.
Στην προσχολική ηλικία είναι δυνατόν να εμφανιστούν πρώιμα σημάδια που αξίζει να κινητοποιήσουν γονείς και εκπαιδευτικούς. Ένα παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να μάθει ρίμες, να παίζει με ήχους ή να δείχνει περιορισμένο ενδιαφέρον για ιστορίες και βιβλία. Η αναγνώριση γραμμάτων του αλφαβήτου μπορεί να είναι δύσκολη και η ανάπτυξη λεξιλογίου ή γραμματικής να καθυστερεί. Η προσεκτική παρατήρηση από γονείς και νηπιαγωγούς είναι κρίσιμη ώστε να εντοπιστούν εγκαίρως οι ανάγκες.
Με την είσοδο στη σχολική ηλικία οι δυσκολίες γίνονται πιο φανερές. Η ανάγνωση είναι αργή και κουραστική, με συχνά λάθη σε νέες λέξεις. Η ορθογραφία παραμένει αδύναμη, ακόμη και σε απλές λέξεις, και η γραπτή έκφραση είναι φτωχή και περιορισμένη. Αν δεν αναγνωριστεί έγκαιρα, το παιδί βιώνει απογοήτευση και χαμηλή επίδοση, που επηρεάζουν την ψυχολογία του.
Στην εφηβεία, όταν η Δυσλεξία παραμένει αδιάγνωστη, οι δυσκολίες είναι πιο έντονες. Οι μαθητές διαβάζουν πολύ αργά και αποφεύγουν την ανάγνωση, ενώ δυσκολεύονται να οργανώσουν τις σημειώσεις και τα γραπτά τους. Η ανορθογραφία συνεχίζεται και η αυτοπεποίθηση συχνά είναι χαμηλή, συνοδευόμενη από άγχος και αποφυγή μαθησιακών απαιτήσεων. Πολλοί έφηβοι αναπτύσσουν στρατηγικές απόκρυψης, κάτι που κάνει την έγκαιρη παρέμβαση ακόμη πιο σημαντική.
Η διεθνής βιβλιογραφία και οι κατευθυντήριες οδηγίες του ASHA υπογραμμίζουν ότι οι αποτελεσματικές παρεμβάσεις είναι ρητές, συστηματικές και πολυαισθητηριακές. Η ανάπτυξη της φωνολογικής επίγνωσης σε συνδυασμό με τη διδασκαλία των σχέσεων ήχου και γράμματος αποτελεί θεμέλιο για την ανάγνωση και έχει ισχυρή ερευνητική υποστήριξη. Εξίσου σημαντική είναι η μορφολογική εξάσκηση, η οποία εστιάζει σε προθήματα, καταλήξεις και ρίζες λέξεων και ενισχύει την ορθογραφία και το λεξιλόγιο. Η εκπαίδευση στην ευχέρεια με τεχνικές όπως η επαναλαμβανόμενη ανάγνωση βοηθά στην αύξηση της ταχύτητας και της ακρίβειας, ενώ ο συνδυασμός της με στρατηγικές κατανόησης ενισχύει περαιτέρω τα αποτελέσματα. Οι στρατηγικές κατανόησης περιλαμβάνουν την εξάσκηση στην εύρεση της κεντρικής ιδέας, στη διατύπωση ερωτήσεων και στη σύνοψη του κειμένου, ενώ η ενίσχυση του λεξιλογίου που σχετίζεται με το σχολικό πρόγραμμα διευκολύνει την πρόσβαση στη γνώση.
Η έρευνα δείχνει ότι δεν έχει σημασία μόνο ο χρόνος παρέμβασης αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αυτή δομείται. Οι πιο αποτελεσματικές πρακτικές περιλαμβάνουν μικρές ομάδες ή ατομική θεραπεία, ξεκάθαρα βήματα και συχνή επανάληψη. Η χρήση υποστηρικτικής τεχνολογίας, ενισχύει την καθημερινή μάθηση, ιδιαίτερα σε μεγαλύτερες ηλικίες, χωρίς να υποκαθιστά την ειδική παρέμβαση.
Για τους γονείς, η καθημερινή ανάγνωση με το παιδί, η επιλογή βιβλίων που ταιριάζουν στο επίπεδο του και η ενθάρρυνση της χρήσης ακουστικών βιβλίων είναι πρακτικές που στηρίζουν ουσιαστικά. Η στενή συνεργασία με λογοθεραπευτή παραμένει το πιο σημαντικό βήμα για εξατομικευμένη υποστήριξη. Οι εκπαιδευτικοί, από την άλλη, μπορούν να ενισχύσουν το παιδί μέσα από ρητή και συστηματική διδασκαλία ήχων–γραμμάτων, τη χρήση πολυαισθητηριακών μεθόδων, την παροχή επιπλέον χρόνου για εργασίες και την αξιοποίηση τεχνολογικών εργαλείων, πάντα σε συνεργασία με γονείς και ειδικούς.
Η Δυσλεξία δεν είναι εμπόδιο στη μάθηση όταν αναγνωρίζεται και αντιμετωπίζεται με στρατηγικές βασισμένες στην έρευνα. Ο συνδυασμός φωνολογικής εκπαίδευσης, μορφολογικής διδασκαλίας, ενίσχυσης της ευχέρειας και στρατηγικών κατανόησης θεωρείται σήμερα η πιο αποτελεσματική προσέγγιση. Με τη συνεργασία γονέων, εκπαιδευτικών και λογοθεραπευτών, κάθε παιδί μπορεί να αναδείξει τις δυνατότητές του και να χτίσει μια θετική σχέση με τη μάθηση και τον εαυτό του.
Αλεξάνδρα Γεωργουλή
Λογοπεδικός -Ειδική Παιδαγωγός